english
This is the way, step inside...
Unknown Pleasures (1979), music by Joy Division, design by Peter Saville
Ένα μ α ύ ρ ο τ ε τ ρ ά γ ω ν ο· τίποτα δεν ταράσσει την ερμητική σιωπή του εκτός από μερικές κ υ μ α τ ι σ τ έ ς γ ρ α μ μ έ ς στη μέση. Λέξεις, τίτλοι, επεξηγήσεις απουσιάζουν. Ερεθίζει την περιέργεια για τις Άγνωστες απολαύσεις που κρύβει μέσα.
Έτσι κάνεις το πρώτο βήμα: από την εικόνα στη μουσική.
Μόλις οι πρώτες νότες του μπάσου ταξιδέψουν στον αέρα, μπαίνεις σε ένα κόσμο με αχνό φως, υγρές μελωδίες και δυνατή ποίηση. Το Unknown Pleasures των Joy Division (1979) είναι ένας από τους δίσκους που άνοιξαν νέους δρόμους στην ιστορία της ροκ μουσικής. Σε μια εποχή που η ψυχεδελική ροκ αναλωνόταν σε ατέρμονα σόλο του κιθαρίστα, που επιδείκνυε τη δεξιοτεχνία του με αυταρέσκεια, και το πανκ ξαναφούντωνε τη σχεδόν χαμένη φλόγα της επανάστασης στο ροκ με κοφτά riffs και δυνατές κραυγές, οι Joy Division άνοιξαν έναν τρίτο δρόμο, πιο εσωτερικό και μυστικιστικό.
Στίχοι που μιλάνε για την αναζήτηση, τον πόνο, το χωρισμό, το μετά- αποκτούν ακόμα μεγαλύτερη ένταση χάρη στη βαθιά φωνή του Ian Curtis και την κυρίαρχη παρουσία του μπάσου -το σήμα κατατεθέν του γκρουπ. Ένα άλμπουμ που δεν αναλώνεται σε μια ή δύο επιτυχίες, αλλά το ακούς από την αρχή ως το τέλος ως ενιαίο έργο.
Και τότε επιστρέφει η εικόνα.
Η μουσική είναι χρόνος. Και ο χρόνος είναι εμπειρία. Καθώς ακούς ξανά και ξανά το άλμπουμ, η ατμόσφαιρά του διαποτίζει τις στιγμές που συνοδεύουν το άκουσμά του. Επηρεάζει τη διάθεση, τη σκέψη, τη δράση. Όλα αυτά τυπώνονται στη μνήμη ως αδιάσπαστο σύνολο. Έτσι, κάθε άκουσμα συνδέεται με εμπειρίες και εικόνες, που επανέρχονται στη μνήμη όταν ξανακούσεις την ίδια μουσική.
Με άλλα λόγια, κάθε δίσκος μουσικής κουβαλάει πάνω του αμέτρητες εικόνες: είναι οι αναμνήσεις όλων όσων το άκουσαν. Ένα πεδίο άπειρο και ανεξερεύνητο, που έχει ως πρώτη εικόνα το εξώφυλλο.
Συνήθως το εξώφυλλο έχει ως στόχο του να "διαφημίσει" το συγκρότημα προβάλλοντας ένα συγκεκριμένο στυλ, με στόχο να "πουλήσει" το δίσκο. Το όνομα του συγκροτήματος και ενίοτε κάποια φωτογραφία είναι απαραίτητα στοιχεία του "προϊόντος". Ένα εξώφυλλο όμως που δεν έχει ούτε φωτογραφία ούτε όνομα τυπωμένο, είναι κάτι διαφορετικό: ένα εικαστικό έργο, που μας εισάγει στη μουσική. Αυτός είναι ο δρόμος, μπες μέσα1, μοιάζει να λέει...
Make this sound more yellow...
Όταν Peter Saville ανέλαβε να σχεδιάσει το εξώφυλλο για το Unknown Pleasures δεν έλαβε καμία οδηγία, παρά μόνο μια εικόνα, όπου δίνονταν σχηματικά εκατό διαδοχικοί παλμοί του πρώτου αστεριού Pulsar που ανακαλύφθηκε το 1967, όπως είχε τυπωθεί στην Εγκυκλοπαίδεια Αστρονομίας του Cambridge. Ήταν μια εικόνα που δεν περιόριζε τη δημιουργική φαντασία του σχεδιαστή, αλλά την ερέθιζε να πάει πιο πέρα, προς το άπειρο, το ανεξερεύνητο, το αφηρημένο.
Η αφηρημένη εικόνα αφήνει τη μουσική να αναδυθεί και να αναπνεύσει, γιατί είναι ένα οπτικό ερέθισμα που δεν θέτει κανόνες και όρια στο πώς πρέπει να τη δεχτεί ο ακροατής. Είναι απλώς ένας σύνδεσμος μεταξύ του εικαστικού και του ηχητικού. Η αναζήτηση του συνδετικού ιστού μεταξύ της μουσικής και της ζωγραφικής σχετίζεται άμεσα με την εμφάνιση της αφηρημένης τέχνης κατά τις αρχές του 20ού αιώνα.
Πολλοί από τους καλλιτέχνες του συμβολισμού και των καλλιτεχνικών πρωτοποριών της εποχής εκείνης επεδίωκαν να βιώσουν τη συναισθησία, δηλαδή την κατάσταση κατά την οποία κάποιος μπορεί να δει χρώματα σε έναν ήχο ή να ακούσει μελωδίες σε ένα ζωγραφικό πίνακα. Η αναζήτηση αυτή τους έφερνε έξω από τα όρια του παραστατικού, εκεί όπου η εικόνα του κόσμου διαλύεται σε καθαρά χρώματα και σχήματα. Ο δρόμος που οδήγησε στη μη-παραστατική τέχνη είχε ως αφετηρία του την απεικόνιση στοιχείων όπως το φως, ο αέρας, το νερό,
τ ο κ ύ μ α.
Στον πίνακα του Mikalojus Ciurlionis "Σονάτα της θάλασσας - Allegro" (1908) τα κύματα και ο ουρανός αποδίδονται με αλλεπάλληλες στρώσεις χρώματος, τοποθετημένες η μία πάνω από την άλλη. Είναι ένα βήμα πριν περάσει τα σύνορα του παραστατικού: η απεικόνιση του ορατού έχει δώσει τη θέση της στη χρωματική αρμονία.
Mikalojus Konstantinas Čiurlionis, “Allegro”, 1908
Την ίδια εποχή ο Wassily Kandinsky παραδίδεται οριστικά στη γοητεία του χρώματος και της γραμμής και δημιουργεί έργα χωρίς καμία αναφορά στον ορατό κόσμο. Είναι έργα που δεν προβάλλουν τίποτα πέρα από αυτό που είναι στην πραγματικότητα: χρώμα και φόρμα. Η μόνη αναφορά σε κάτι άλλο πέρα από την πραγματικότητα του πίνακα είναι στη μουσική, στην οποία μας παραπέμπουν οι τίτλοι των έργων: "Σύνθεση", "Συμφωνία", "Αυτοσχεδιασμός". Στα θεωρητικά του κείμενα γύρω από την τέχνη ο Kandinsky κάνει λόγο για μελωδικές και συμφωνικές συνθέσεις και για ρυθμό· παράλληλα, οραματίζεται το Gesamtkunstwerk, ένα ολοκληρωμένο έργο τέχνης που περιλαμβάνει ήχο, χρώμα και κίνηση2.
Στην σύγχρονη τέχνη, με τις installations, τα video art και τις performance είναι πολύ συνηθισμένο να συνυπάρχουν τα τρία αυτά στοιχεία -μεγιστοποιώντας τον αντίκτυπο που έχει το έργο στις τεταμένες αισθήσεις του κοινού. Η συναισθησία έχει γίνει κομμάτι της καθημερινής γλώσσας και εμπειρίας: Κάνε αυτό τον ήχο πιο κίτρινο!"3 ήταν μια από τις παράξενες οδηγίες που έδινε στο συγκρότημα ο παραγωγός Martin Hannet, κατά τη διάρκεια της ηχογράφησης του Unknown Pleasures.
Got the spirit, lose the feeling, let it out somehow...
Στις αρχές του αιώνα η συνύπαρξη ήχου, χρώματος και κίνησης ήταν ακόμα σε πειραματικό στάδιο. Ένα από τα πρώτα δείγματα τέτοιου έργου ήταν το Rhythmus 21 του Hans Richter (1921), ένα τρίλεπτο φιλμ όπου το μουσικό και το εικαστικό κομμάτι είναι άρρηκτα δεμένα μεταξύ τους, ενισχύοντας τον αντίκτυπο που έχει το συνολικό έργο στο θεατή και ερεθίζοντας τη φαντασία του. Η εικόνα μαγνητίζει: γεωμετρικά σχήματα -λευκά παραλληλεπίπεδα σε μαύρο φόντο ή το αντίστροφο- κινούνται και αλλάζουν σχήμα, μέγεθος και θέση ακολουθώντας το ρυθμό και τη μελωδία της μουσικής.
CLICK HERE to view Hans Richter's Rhythmus 21 on YouTube
Η μυστηριακή δύναμη του μαύρου, το αχανές κενό του λευκού: ένα αρχέτυπο εικαστικό αλφάβητο που έχει ως πρώτο του γράμμα
τ ο μ α ύ ρ ο τ ε τ ρ ά γ ω ν ο.
Στο Μαύρο Τετράγωνο του Kasimir Malevich η ζωγραφική σύνθεση έχει απλουστευτεί σε μέγιστο βαθμό. Ένα μαύρο τετράγωνο σε λευκό πλαίσιο. Τόσο απλό, τόσο πολυδιάστατο. Σύμφωνα με τον Malevich "Το τετράγωνο = το αίσθημα. Το λευκό πεδίο = το κενό πίσω από αυτό το αίσθημα", ένα αίσθημα κατάνυξης μπροστά στην απόλυτη φόρμα: "Βλέπω σε αυτό κάτι που οι άνθρωποι παλιότερα έβλεπαν στο πρόσωπο του Θεού".4
Kasimir Malevich, The Black Square (1915)
Η σύνδεση ενός μαύρου τετραγώνου με το πνευματικό και το θείο είναι αρκετά άμεση για όποιον έχει εμπειρία από τη βυζαντινή τέχνη και την ορθόδοξη παράδοση: στη βυζαντινή τέχνη η προοπτική και οι αναλογίες αλλοιώνονται εσκεμμένα, ώστε να δημιουργηθεί μια ζωγραφική πραγματικότητα μακρινή από την καθημερινή εμπειρία. Ο αγιογράφος προσεγγίζει το υπερβατικό μέσα από το γεωμετρικό, το διδιάστατο και το σχηματοποιημένο. Με το πέρασμα του χρόνου, καθώς ο καπνός των κεριών μαυρίζει τα χρώματα της εικόνας, πολλές εικόνες στις ορθόδοξες εκκλησίες καταλήγουν να είναι ένα σχεδόν μαύρο ορθογώνιο κομμάτι ξύλου, χωρίς να διακρίνεται σχεδόν καμία παράσταση μέσα στον αχνό φωτισμό των κεριών5. Και όμως, οι πιστοί εξακολουθούν να βλέπουν μέσα σε αυτό το θείο και να το προσκυνούν. Ένα μαύρο τετράγωνο δέχεται πια τις προσευχές των πιστών.
Ένα μαύρο τετράγωνο με τα κυματοειδή ίχνη ενός μακρινού αστεριού στη μέση: το εξώφυλλο του Peter Saville για το Unknown Pleasures ψηφίστηκε το 2008ως το πιο εικονικό εξώφυλλο όλων των εποχών6. Εικονικό όπως η θρησκευτική εικόνα. Μια εικόνα που τυπώθηκε στη συνείδηση του κοινού ως σύμβολο του μεταφυσικού και σε αμέτρητα μπλουζάκια ως εναλλακτική πρόταση μόδας. Ήταν μια απρόσμενη εμπορική επιτυχία για ένα συγκρότημα με "δύσκολο" ήχο και για έναν designer που αρνούνταν το συμβατικό σχέδιο. Ο Saville είχε θελήσει απλώς να σχεδιάσει ένα εξώφυλλο όπως θα άρεσε στον ίδιο, λιτό και χωρίς καμία αναφορά στη μουσική που συνόδευε. Μια παράτολμη επιλογή, αν αναλογιστούμε ότι επρόκειτο για το ντεμπούτο άλμπουμ ενός άγνωστου τότε συγκροτήματος, και ότι κανείς έως τότε -ούτε οι Beatles στο White Album ή ο Warhol στο άλμπουμ που σχεδίασε για τους Velvet Underground- δεν είχαν τολμήσει να αφαιρέσουν τον τίτλο ή το όνομα του συγκροτήματος από το εξώφυλλο. Και όμως, το κοινό θέλησε να αγοράσει το άλμπουμ γι' αυτό ακριβώς, για να δει τι έχει μέσα7.
Ο Saville είχε ολοκληρώσει το εξώφυλλο πριν ακούσει το άλμπουμ. Κατά έναν παράξενο τρόπο η μουσική ταιριάζει με αυτό, αφήνοντάς το όμως να λειτουργήσει αυτόνομα ως έργο τέχνης.
Όπως και στο έργο του Malevich, και εδώ το μαύρο τετράγωνο έχει πνευματική υπόσταση και γίνεται δίοδος μέσα από την οποία διοχετεύεται το αίσθημα: Got the spirit, lose the feeling, let it out somehow8. Σαν μια αγιογραφία ενός προσωπικού θεού, στέκεται τοτεμικό και αινιγματικό για να δεχτεί τις σκέψεις και τα αισθήματα των ακροατών κάθε φορά που η μουσική παίζει στο μυαλό τους.
Προτεινόμενη δισκογραφία:
Joy Division, Unknown Pleasures, Factory Records 1979.
Joy Division, Closer, Factory Records 1980.
Προτεινόμενη φιλμογραφία:
Joy Division, documentary directed by Grant Gee, 2007. You can view the documentary on line on YouTube: http://www.youtube.com/watch?v=gvsG2lq_oVg (link to part 1, retrieved in July, 2009)
Control, biographical film directed by Anton Corbijn, 2007.You can view the film on line on YouTube: http://www.youtube.com/watch?v=-EVDR-PIe1w (link to part 1, retrieved in July, 2009)
Προτεινόμενη βιβλιογραφία:
Όταν ο Σαγκάλ έμαθε να πετάει. Από την Εικόνα στην Πρωτοπορία, Θεσσαλονίκη: Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, 2004.
Jon Wozencroft, "Out of the blue", Tate Etc., Issue 10, Summer 2007.
Wassily Kandinsky, M. T. Sadler (translation), Concerning the Spiritual In Art, Courier Dover Publications 1977.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1 "This is the way, step inside", στίχος από το Atrocity Exhibition, τραγούδι από το άλμπουμ των Joy Division Closer (1980). Ο στίχος ήταν γραμμένος στον εσωτερικό φάκελο του Unknown Pleasures και ήταν χαραγμένος στο βινύλιο.
2 Βλ. Wassily Kandinsky, Concerning the Spiritual in Art, first published in 1911. Μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρο το βιβλίο on line: http://www.mnstate.edu/gracyk/courses/phil%20of%20art/kandinskytext.htm (link retrieved in July, 2009)
3 Βλ. τη συνέντευξη του Stephen Morris στο ντοκιμαντέρ του Grant Gee "Joy Division" (2007). Τα ακριβή λόγια του Morris είναι "Do it more yellow", αναφερόμενος στον ήχο.
4 Βλ. Kasimir Malevich, The Non-Objective World, Dover Publications, 2003, σ.76 και έκθεση Black Square, Hommage à Malevich, Hamburg: Hamburger Kunsthalle, 2007, http://www.hamburger-kunsthalle.de/archiv/seiten/en_malewitsch.html (link retrieved in July, 2009)
5 Βλ. έκθεση Όταν ο Σαγκάλ έμαθε να πετάει. Από την Εικόνα στην Πρωτοπορία, Θεσσαλονίκη: Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, 2004.
6 "Unknown Pleasures voted most iconic album cover", Sky News, 5-3-2008, http://news.sky.com/skynews/Home/Sky-News-Archive/Article/20080641308084 (link retrieved in July, 2009)
7 Jon Wozencroft, "Out of the blue", Tate Etc., Issue 10, Summer 2007. http://www.tate.org.uk/tateetc/issue10/outoftheblue.htm (link retrieved in July, 2009)
8 "I've got the spirit, lose the feeling, let it out somehow", στίχος από το Disorder, το τραγούδι που ανοίγει το Unknown Pleasures (1979) των Joy Division.