english
| Για να δείτε φωτογραφίες των σειρών της Dany Leriche Πορτρέτα υπό επιρροή και Οι κόρες του Ρίπα, επισκεφτείτε την ιστοσελίδα της καλλιτέχνιδας: www.danyleriche.org |
H Dany Leriche ξεκίνησε την καριέρα της ως ζωγράφος στα μέσα της δεκαετίας του ‘60 στην École des Beaux Arts της πόλης Cambrai στη Γαλλία. Συνέχισε τις σπουδές της στη ζωγραφική στην École Nationale Supérieure des Arts Décoratifs στο Παρίσι και ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ‘70, κατά τη διάρκεια της φοιτήσεώς της στο Chelsea School of Art στο Λονδίνο, στράφηκε στη δημιουργία εγκαταστάσεων και συμμετείχε σε διάφορες performances, που σηματοδότησαν και την πρώτη της επαφή με το χώρο της φωτογραφίας.
Πρωταρχική θέση στη δουλειά της η τέχνη αυτή απέκτησε στις αρχές της δεκαετίας του ‘80, όταν με τη συνεργασία του συντρόφου της, φωτογράφου Jean-Michel Fickinger, στράφηκε στην επαναδιαπραγμάτευση έργων ζωγραφικής και εικονογραφικών τύπων του παρελθόντος με αλληγορική, όπως υποστηρίζει η ίδια διάθεση. Το καλλιτεχνικό ζευγάρι δουλεύει με τον εξής τρόπο: η Leriche επιλέγει το θέμα και συλλαμβάνει τη σύνθεση και ο Fickinger επιμελείται τη λήψη της φωτογραφίας με όλες τις τεχνικές λεπτομέρειες που απορρέουν από αυτήν. Το 1997 αποτελεί σταθμό στην καριέρα τους, καθώς για πρώτη φορά στράφηκαν στη χρήση της ψηφιακής φωτογραφίας, με το έργο τους Sophie Isabelle από τη σειρά Πορτρέτα υπό επιρροή, έμμεση αναφορά στο Ιερός και Βέβηλος έρωτας του Tiziano (1515), ενσωματώνοντας έτσι στη δουλειά τους το τμήμα της επεξεργασίας «post-production»1, που μπορεί να διαρκέσει μέχρι και ένα χρόνο. Για το τμήμα αυτό της παραγωγής υπεύθυνος είναι κατά το μεγαλύτερο μέρος ο Fickinger, ο οποίος επεξεργάζεται τις φωτογραφίες και προχωρά στις απαραίτητες αλλαγές με τη βοήθεια προγραμμάτων, όπως αυτό του «photo shop».
Το μεγαλύτερο μέρος της καλλιτεχνικής τους παραγωγής αποτελείται από γυναικεία πορτρέτα, αναφορές σε ζωγραφικές συνθέσεις του παρελθόντος, στα οποία δίνουν μία σύγχρονη και ταυτόχρονα διαχρονική διάσταση. Σύγχρονη γιατί τα μοντέλα είναι γυναίκες της εποχής τους, που ανήκουν μάλιστα στο στενό φιλικό τους κύκλο και διαχρονική, γιατί αρνούνται να προσδώσουν οποιοδήποτε στοιχείο χρονολόγησης στις φωτογραφίες τους.
Οι ηρωίδες της φωτογράφου παρουσιάζονται γυμνές, παραχωρώντας στο φακό την αποτύπωση του σώματος τους στην πιο ρεαλιστική του εκδοχή. Τί μπορεί άραγε να είναι πιο αληθινό, πιο απτό, πιο καθημερινό από το γυμνό σώμα; Το σώμα που παρουσιάζεται χωρίς ενδύματα, στολίδια της εποχής του και χωρίς καμία διάθεση ωραιοποίησης ή ψευδαίσθησης. Οι θεατές παίρνουν μέρος στην οικεία αυτή ατμόσφαιρα, λαμβάνοντας γνώση για την ταυτότητα των μοντέλων, καθώς οι φωτογραφίες της Leriche φέρουν ως τίτλο το όνομα της εκάστοτε εικονιζόμενης και διαβάζοντας τα κείμενα-απόψεις τους, που συνοδεύουν τα έργα στους καταλόγους των εκθέσεων2.
Οι φωτογραφίες της βρίσκονται στον αντίποδα των αισθησιακών προσεγγίσεων της ζωγραφικής του παρελθόντος και των προκλητικών εικόνων της διαφήμισης και της πορνογραφίας. Τα μοντέλα της δεν αρκούνται στον παθητικό ρόλο της πόζας αλλά είναι σύγχρονες, δυναμικές παρουσίες που ενσαρκώνουν τα γυναικεία αρχέτυπα της φωτογράφου. Γυναίκες της καθημερινής ζωής, που ενδύονται μύθους γνωστών μοντέλων της ζωγραφικής προτείνοντας τη σύγχρονη εκδοχή τους. Μια φεμινιστική προσέγγιση που συμβάλλει στην καλύτερη κατανόηση των έργων του παρελθόντος και στην αλλαγή του τρόπου θέασης και πρόσληψης του γυναικείου σώματος3.
Στη σειρά Πορτρέτα υπό επιρροή (1992-1997), που αφιέρωσε σε μεταπλάσεις έργων ζωγραφικής από την περίοδο της Αναγέννησης έως τον 19ο αιώνα, δίνει νέα φόρτιση σε γνωστά μουσειακά εκθέματα, μετατρέποντάς τα σε αλληγορίες της σύγχρονης εποχής. Τα θέματα που θίγει είναι ποικίλα έχοντας πάντοτε ως βασικό άξονα το γυμνό γυναικείο σώμα. Ο τρόπος όμως παρουσίασής του δε στοχεύει στη διέγερση των ερωτικών διαθέσεων των θεατών, αλλά στο να τους κάνει να αναλογιστούν τι περιμένουν ερχόμενοι σε επαφή με το θέαμα ενός γυμνού γυναικείου σώματος και με ποιον τρόπο δημιουργήθηκαν οι συγκεκριμένες προσδοκίες. Στις φωτογραφίες της με τίτλο Ayaba (1992), Lakshmi (1992), Hanneke et Elise (1996) με τη χρήση γνωστών εικονογραφικών συμβόλων δίνει νέα φόρτιση στην απεικόνιση του γυμνού γυναικείου σώματος αποκαλύπτοντας τις προεκτάσεις της ζωγραφικής του παρελθόντος αναφορικά με ζητήματα φυλής, της σχέσης της γυναίκας με τη φύση και κατ'επέκταση όχι με τον πολιτισμό και τη χρήση της προοπτικής για την καθιέρωση μίας εικονογραφίας φορτισμένης ερωτικά. Η κριτική αυτή συμπλέει με τη σκιαγράφηση του πορτρέτου της σύγχρονης γυναίκας σε αντιδιαστολή με τους γνωστούς εικονογραφικούς τύπους, όπως διαφαίνεται στις φωτογραφίες της Laura (1994), Marcelle, Gyuellene, Jyly (1996), Florence (1996) και με τον επαναπροσδιορισμό του γυναικείου σώματος σε αναλογία με την πρόοδο της επιστήμης στο Isabelle et Dominique (1995).
H γαλλίδα φωτογράφος το 1998 έστρεψε το ενδιαφέρον της στο εικονογραφικό λεξικό του Cesare Ripa το οποίο εκδόθηκε το 1593 στη Ρώμη με τίτλο Iconologia overo Descrittione dell'Imagini universali cavate dall' antichita et da altri luoghi... Opera non meno utile, che necessaria a Poeti, Pittori & Scultori, par rapresentare le virtu, vitij, affetti, & passioni humane. Επρόκειτο ουσιαστικά για ένα λεξικό που απευθυνόταν σε ζωγράφους, γλύπτες, αρχιτέκτονες και ποιητές, προτείνοντας τους εικονογραφικούς τύπους που θα έπρεπε να ακολουθήσουν ασχολούμενοι με διάφορα θέματα προκειμένου να απεικονίσουν την αρετή, την κακία, τις επιθυμίες και τα ανθρώπινα πάθη, όπως αναφέρει και ο τίτλος του.
Είχαν προηγηθεί παρόμοιες εκδόσεις, όπως αυτή του Βιβλίου των Εμβλημάτων του Andrea Alciati το 1531 και του Pierio Valeriano Ιερογλυφικά το 1556, που μαρτυρούσαν μεταξύ άλλων και μία έντονη επίδραση των αιγυπτιακών ιερογλυφικών στην πνευματική ζωή της Φλωρεντίας του 16ου αιώνα4. Το λεξικό του Ripa εντάσσεται στις προσπάθειες της Αντιμεταρρύθμισης για έλεγχο της καλλιτεχνικής παραγωγής μέσα στο πλαίσιο των αποφάσεων των Οικουμενικών Συνόδων του Τριδέντου. Η τελευταία πραγματοποιήθηκε το 1563 και εξέδωσε διατάγματα που αφορούσαν στην τέχνη, κυρίως στην θρησκευτική, η οποία έπρεπε να είναι σύμφωνη με το δόγμα της καθολικής εκκλησίας, και τις αλληγορίες, που με τη σειρά τους, έπρεπε να είναι εύκολα αναγνωρίσιμες5.
Οι αλληγορίες ήταν οργανωμένες σε αλφαβητική σειρά σύμφωνα με τη λατινική τους ονομασία. Η περιγραφή του Ripa έδινε στοιχεία για την ενδυμασία που έφερε η μορφή, τα σύμβολα που τη συνόδευαν και την αιτιολόγηση της επιλογής του, που στηριζόταν σε αναφορές στην κλασική λογοτεχνία. Η πρώτη έκδοση δεν ήταν εικονογραφημένη. Οι ξυλογραφίες, που έδιναν μορφή στις ερμηνείες του Ripa, έργο του Guissepe Cessari, προστέθηκαν για πρώτη φορά το 1603. Έκτοτε όλες οι εκδόσεις που κυκλοφόρησαν συνοδεύονταν από εικόνες6.
H Leriche αποφάσισε να δώσει τη δική της απάντηση στον ιταλό ανθρωπιστή αντικαθιστώντας τις γυναικείες προσωποποιήσεις των αλληγοριών του με σύγχρονες γυναικείες παρουσίες. Οι γυναίκες, όπως υποστηρίζει η φωτογράφος, έπαψαν να είναι οι απρόσωπες αλληγορίες που μπορούσαν με τα κατάλληλα σύμβολα να ενδυθούν οποιαδήποτε έννοια. Γι' αυτό το λόγο έδωσε τη δυνατότητα σε γυναίκες που ασχολούνται με την τέχνη είτε ως δημιουργοί, είτε ως θεωρητικοί, να διατυπώσουν σε κείμενά τους, που συνοδεύουν τον κατάλογο, τη δική τους εκδοχή για τις σύγχρονες αλληγορίες προτείνοντας ουσιαστικά την εικαστική σύλληψη, στην οποία προχώρησε η δημιουργός. Οι σύγχρονες κόρες του Ripa αποκτούν λόγο, ορίζουν οι ίδιες την παρουσία τους και ασκούν στην καθημερινή τους ζωή τις λειτουργίες, που ο ιταλός ανθρωπιστής τους απέδιδε σε αλληγορικό επίπεδο.
Οι αλληγορίες της Leriche αποτελούν μία διαφορετική σκηνοθετημένη εκδοχή της ιστορίας της τέχνης. Η Ανδροπρέπεια με τη στάση του μοντέλου και τα σύμβολα που το περιστοιχίζουν συνιστά μία αναφορά στη συμβολή των ανδρών καλλιτεχνών στη δημιουργία της γυναικείας εικονογραφίας. Τα τέσσερα μοντέλα της Γυναικείας ομορφιάς, που προέρχονται από διαφορετικά μέρη του κόσμου, αντιπροσωπεύουν μία ομορφιά πολυφυλετική και όχι μονοδιάστατη, όπως συμβαίνει συνήθως με τα μοντέλα της ζωγραφικής. Η σύγχρονη γυναίκα, που ξαναβρίσκει τη φωνή της ανατρέποντας τους τύπους της εικονογραφίας του παρελθόντος είναι παρούσα μέσα από τις προσωποποιήσεις των Μουσών και της Φιλοσοφίας. Για παράδειγμα, οι γυναίκες που υποδύονται τις διάφορες τέχνες στις Μούσες ασχολούνται επαγγελματικά με την αντίστοιχη καλλιτεχνική δραστηριότητα. Τέλος, θέση στις φωτογραφίες της Leriche δεν έχουν μόνο γυναίκες με καλλίγραμμα σώματα αλλά και αυτές των οποίων η σωματική υπόσταση δεν ανταποκρίνονται στα πρότυπα του «κανονικού» και «φυσιολογικού», όπως οι μορφές της Παραπλάνησης και της Ειμαρμένης. Τα «ψεγάδια» τους στις φωτογραφίες της Leriche αποκτούν διαφορετική φόρτιση, μετατρέποντας το σώμα τους σε φορέα νέων συμβολισμών, σε αναλογία με τις σύγχρονες εικαστικές και θεωρητικές αναζητήσεις.
1 Αναφέρεται στο αδημοσίευτο κείμενο της καλλιτέχνιδας με τίτλο Sophie Isabelle, που μου παραχώρησε κατά τη διάρκεια της συνάντησής μας.
2 Το μοντέλο για παράδειγμα της φωτογραφίας Sophie Isabelle, Sophie Isabelle Dufour, έχει γράψει ένα κείμενο αναφορικά με τη συνεργασία της με τη Dany Leriche με τίτλο La femme et son image, réflexion du modèle.
3 Dominique Baqué, Le mauvais genre, érotisme, pornographie, art contemporain, Éditions du Regard, Paris 2002,σ.201
4 Rudolf Wittkower, Allegory and the migration of symbols, Thames &Hudson, London 1987, σ.128.
5 Marie-Domitille Porcheron, Dany Leriche, Les filles de Ripa, Éditions Galerie Rachlin Lemarie, Paris 2000, σ.3.
6 Cesare Ripa-Maser Edward Andrew, Baroque et Rococo Pictorial Imagery:The 1758-60 Hertel Edition of Ripa's ‘Iconologia', Dover Publications, New York 1971,σ.9.